Thursday 4 September 2014

Δύσκολα, δύσκολα

Περπατούσα κατευθυνόμενος προς το σπίτι μου. Έξω από την είσοδο ήταν ένας μαύρος. Με την πλάτη του γυρισμένη. Κάτι κοίταγε. Έτσι νόμισα. Μετά κατάλαβα ότι κατούραγε τον τοίχο μας. Ξέγνοιαστα και αφηρημένα.

"Επ, τι κάνεις εκεί!", φώναξα. Είχα θυμώσει. "Μάζεψε την μην φωνάξω την αστυνομία!"

Ο κακομοίρης ο μαύρος αγχώθηκε. Κατάλαβε το λάθος του, αλλά μάλλον κατουριόταν πολύ και ήταν δύσκολο να μαζέψει έτσι, από την μία στηγμή στην άλλη. Προσπαθούσε όμως. Και όσο προσπαθούσε κοίταζε μια κάτω προς τα πόδια του, και μια πίσω από τον ώμο του πρως τα εμένα, σαστισμένος και ανύμπορος. Και ταυτόχρονα ενώ έκανε την προσπάθεια να την μαζέψει, μου ψέλισε: "Δύσκολα... δύσκολα...!"

Μάλλον ντράπηκε λίγο.

Ένιωσα και εγώ κάπως άσχημα.