Wednesday 19 May 2010

Τζατζίκιας εναντίον της αδερφής με αίσθημα δικαίου

Καλήμερα φίλοι και φίλες. Σας κοινοποιώ ξεκαρδισμένος τη χτεσινή μου περιπέτεια.

Χτές το βράδυ, συναντήθηκα με έμα φίλο και έναν γνωστό του στο Θησείο για μπυρίτσα. Αφού ήπιαμε τις μπυρίτσες μας, σχολιάσαμε τα τρέχοντα, αποφασίσαμε οτι ο Χίτλερ μπορεί να ήταν σοσιαλιστής αλλα δεν ήταν πασόκος (ελαφρυντικό στοιχείο), καταλήξαμε οτι η ΟΤΕΝΕΤ ειναι η πιό αξιόπιστη και κρίναμε οτι τελικα το τσιγάρο προκαλεί εγκεφαλικά, πήραμε το δρόμο για το βρώμικο οπου θα παίρναμε για να φάμε σαν αξιοπρέπείς άνθρωποι το βρωμερό σάντουτς με χοιρινά καλαμάκια και καυτερή σάλτσα, η οποία κατα τον σαντουιτσά προκαλεί και αυξημένες επιδόσεις.


Αρχίσαμε να τρώμε σαν άνθρωποι τα σάντουιτς και κατευθυνθήκαμε προς το σταθμό του Μοναστηρακίου για να πάρουμε το τρένο του γυρισμού. Η ώρα ήταν πιά 00:00. Στάθηκα λοιπόν σαν κύριος στην άκρη της αποβάθρας προς το τελευταίο βαγόνι και άρχισα να τσιμπάω πατατούλες με καυτερή σάλτσα για να κορέσω την πείνα που με ενημέρωνε το στομάχι μου οτι είχα. Δεν πέρασαν 2 λεπτά και ήρθε μια security η οποία με ρώτησε αν ξέρω οτι απαγορεύεται να τρώω στην αποβάθρα. Απάντησα καταφατικά λέγοντας "Ναι" και συνέχισα να τρώω ανενόχλητος, αφού είχα λύσει την απορία της. Κατα τις 00:15 ήρθε ο συρμός.

Μόλις μπήκα στο τελευταίο βαγόνι, πήγα και έκατσα σε ένδειξη σεβασμού στο κυλικείο του βαγονιού, δηλαδή την τελευταία τετράδα καθισμάτων οπου καθόταν ενας θεοσεβούμενος νεαρός που τσάκιζε σουβλάκια. Έπειδή είμαι άνθρωπος πολιτισμένος, σε κάθε στάση διέκοπτα το δείπνο μου μέχρι να κάτσουν και να μετακινηθούν οι άνθρωποι, μη λερώσω και κανέναν, και αφού ξεκινούσε ο συρμός συνέχιζα. Αυτή η τέλεια, πολιτισμένη εικόνα κινδύνεψε να σπιλωθεί. Στο σταθμό της Ομόνοιας μπήκε ένα λιωσίδι (καμμένος), που έστριβε σα τζέτλεμαν το τσιγάρο του, και έκατσε στην απέναντι απο εμένα τετράδα. Το λιωσίδι αυτό έμελλε να παίξει καίριο λόγο στην ιστορία μας. Αφού ξεκίνησε ο συρμός, άρχισα να τρώω ξανά το σαντουιτς μου, το οποίο πια είχε φτάσει στη μέση του. Τότε συνέβη το εξής.

Άκουσα απο πίσω μου μια γυναίκα να μου λέει "Φιλε...". Απορημένος, γύρισα για να αντικρύσω αυτή που δεν την ήξερα, αλλα με είχε φίλο, αλλα αντ' αυτού αντίκρισα μια αδερφή με γυαλιά και σακκίδιο. Με ρώτησε λοιπόν αν αυτό που κάνω επιτρέπεται. Του απάντησα φυσιολογικά με ερώτηση, ποιό απ' όλα. Απάντησε λοιπον, ρωτώντας με αν το βρίσκω σωστό να τρώω μεσα στο συρμό. Του ειπα λοιπον οτι το βρίσκω σωστό, άλλωστε στις αποβάθρες σίγουρα απαγορεύεται. Η αδερφή, που είχε αρχίσει να γίνεται ερειστική, μου είπε οτι δε τη σέβομαι και οτι τον ενοχλεί. Φυσιολογικα την ρώτησα αν την ενοχλεί η μυρωδιά ή το να τρώω δίπλα της. Μου απάντησε οτι την ενοχλεί, και ζήτησα βεβαίως παλι τη διευκρίνιση αν την ενοχλεί η μυρωδιά ή το τρώγειν. Μου ειπε λοιπόν οτι την ανακατεύει να τρώω διπλά της. Να σημειωθεί οτι αυτό δεν ηταν ακριβές, εγώ καθόμουν και η αδερφή μπήκε και στάθηκε από πάνω μου σε εκείνο το διαχωριστικό που έχουν τα καθίσματα με τις μπάρες για να στηρίζεσαι, τεχνικά ήμουν από κάτω. Έτσι λοιπόν έκανα το διακανονισμό, "Άρα αν πας πιο πέρα, ή αν πάω να κατσω στη γωνία να φαω, δέ θα έχεις πρόβλημα" είπα. Η αδερφή που δε περίμενε ψυχρή λογική μπλόκαρε και είπε "αν ειναι κανένας άνθρωπος θα πει μια κουβέντα" και συνέχισε λέγοντας οτι δεν εχω ανατροφή, δεν έχω τρόπους και δε θα κάτσει να συζητήσει με τρελλούς. Του πρότερεινα λοιπόν να κάτσει στη διπλανή απο εμένα θέση για να μιλήσω εγώ μαζί του. Δεν έπιασε το υπονοούμενο και μου επανέλαβε οτι δέ θα κάτσει να συζητήσει με τρελλούς. Αποφάσισα λοιπον να του πώ ψέμματα και του είπα οτι δεν απαγορεύεται να τρώς μεσα στο βαγόνι. Έτσι η αδερφή με προκάλεσε και μου είπε "Θες να φερω εναν ελεγκτή να τον ρωτήσουμε;" Σκέφτηκα καλά αυτό που μου είπε, και του ειπα αψήφιστα"Ναι, φερε εναν να τον ρωτήσουμε". Η αδερφή πήγε και στάθηκε στην πόρτα, κοιτάζοντας σε κάθε στάση να βρεί κάποιον ελεγκτή για να τον φέρει να τον ρωτήσουμε.

Είχαμε φτάσει πιά στο σταθμό Αττικής. Το λιωσίδι που σας προανέφερα, βλέποντας την ευχέρεια λόγου που είχα μου έκανε την κρίσιμη ερώτηση αν ξέρω που πρέπει να κατέβει για να παει στο τέλος της Πατησίων. Μου έδωσε μια περιγραφή πως μόιάζει το μέρος εκεί αλλα δέ μου έκανε και ιδιαίτερη αίσθηση, οπότε τον ρώτησα που θέλει περίπου να πάει και μου είπε αποφασιστικά "Θέλω να παω στην Τιθώρα". Ευθύς αμέσως του είπα, πρέπει να κατέβεις στα Άνω Πατήσια, και πολύ χάρηκε το λιωσίδι. Επειδή όλη αυτή η υπόθεση άρχισε να κάνει το στομάχι μου να γουργουρίζει πάλι, άρχισα να τρώω το αντικειμενικά νόστιμο σαντουιτσάκι μου. Τότε η αδερφή, που δεν έβρισκε ελεγκτή, γύρισε και μου είπε "Τελικά είσαι γαϊδούρι" στο οποίο αποκρίθικα "Δε περιμένω να μάθω τρόπους απο εσένα". Κάγχασε το λιωσίδι και ο νεαρός που είχε πια φάει τα σουβλάκια του. Να σημειωθεί οτι η αδερφή δέν ασχολήθηκε μαζί του, κάτι που με κάνει να αναρωτιέμαι αν τελικά με γούσταρε ή λούλα. Μετά το χλευασμό η αδερφή είπε "Ένας μαλάκας, δύο μαλάκες, τρείς μαλάκες" δείχνοντας μας.

ΜΕΓΑ ΛΑΘΟΣ

Ολοκληρώνοντας τη φράση του έγιναν τα εξής δεινά. Πρώτον, στάθηκε με τεντωμένο το δείκτη του χεριού του σε στάση "no no no" προς τα εμένα και δεύτερον αποκάλεσε μαλακα το λιωσίδι μεσα στ' άλλα.



Αναπαράσταση
Είμαι γενικά ήρεμος και συγκρατημένος άνθρωπος, αλλά υπάρχουν μερικές κινήσεις και φράσεις κλειδιά που με εξοργίζουν. Έτσι, ελαφρώς ενοχλημένος του φώναξα οτι δε τον έβρισα και να μή μου προεκτείνει το δάχτυλο γιατί θα του το βάλω στον κώλο, όπως στον κώλο θα του βάλω και το σακκίδιο που φοράει την πλάτη, που στο κατω κατω απαγορεύεται να το φοράει μέσα στο συρμό, συμπληρώνοντας "μωρή πουστάρα". Το λιωσίδι ήταν λιγότερο συγκρατημένο και εμφανώς προσβεβλημένο και του είπε μεγαλοφώνως να το βουλώσει και να μή τον ενοχλεί, του είπε μερικές βρισιές που θα έκαναν και εμένα να κοκκινίσω αν δε τις έβρισκα άκρως δημιουργικές των οποίων η γενική κατάληξη ήταν ότι μετά "Θα χέζει από το λαρύγγι". Του σύστησε, εξίσου μεγαλοφώνως να κατέβει αυτή τη στιγμή από το συρμό. Η αδερφή σχεδόν δακρυσμένη κατέβηκε στα Κάτω Πατήσια και όλοι ήταν ευχαριστημένοι. Εκτός από την αδερφή φυσικά.

Φτάσαμε στα Άνω Πατήσια. Το λιωσίδι μου είπε "Σε ευχαριστώ φίλε μου για την πληροφορία. Μη φοβάσαι τους τρελούς, υπάρχουν και πιο τρελοί" και κατέβηκε να πάει στην Τιθώρα. Χάρηκα από τα ευγενικά λόγια του, κυρίως επειδή με θεωρούσε φίλο του και όχι εχθρό του. Στο σάντουιτς είχαν μείνει 2 μπουκίτσες, αλλα επειδή είχα ψιλοχορτάσει τις τύλιξα στο χαρτί και τις κράτησα μέχρι να φτάσω στον προορισμό μου. Κατέβηκα κύριος και λίγο παραπέρα τις έφαγα και αυτές και πέταξα το χαρτί και τις χαρτοπετσέτες στα σκουπίδια.

Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας: "Μή κρίνεις, για να μή ΣΕ ΠΑΡΕΙ Ο ΔΙΑΟΛΟΣ"

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Σαν κάτι να'χει το ποτό.

Ένας γνωστός μας εξιστορήθηκε ένα περιστατικό που του είχε συμβεί πριν μια δεκαετία Η ιστορία του μου θύμισε τις ταινίες του David Lynch, που μετά το τέλος τους πρέπει να τις ξαναδείς τουλάχιστον μια φορά. Και με κάθε θέαση, δημιουργείς και μια διαφορετική εξήγηση για το τι πραγματικά έγινε στην ταινία. Θα μπορούσα να είχα χρησιμοποιήσει και μια παρομοίαση με ένα κρεμμύδι, αλλά ο David Lynch είναι πιο κουλτουρέ.



Για να μη μιλάω γενικά και να λέω ‘ο γνωστός’ και ‘ο αφηγητής’ κτλ, ας βαφτίσουμε τον πρωταγωνιστή Ανδρέα (δεν είναι ο γνωστός Ανδρέας, εξάλλου αυτός 10 χρόνια πριν ήταν συγκάτοικος με εμένα και αν ξαναδιαβάσετε την ιστορία θα δείτε ότι αυτό ίσως με έφερνε σε δύσκολη θέση χωρίς να το θέλω).

Αλλά παρεκκλίνω.

Ο Ανδρέας λοιπόν όπως συζητάγαμε μας λέει πως υπάρχει περίπτωση να έχει κάνει μια φορά στην ζωή του χρήση ναρκωτικών ουσιών αλλά και αυτό χωρίς να το ήθελε. Αυτή η δήλωση μας προκάλεσε την περιέργεια και αρχίσαμε να ερευνούμε το θέμα πιο διεξοδικά. Μας εξήγησε ότι πριν 10 χρόνια και ενώ ακόμα πήγαινε σε θερινά κλαμπ, ενώ γύρναγε από ένα από δαύτα τα ξημερώματα, έπεσε να κοιμηθεί και ξύπνησε μετά από 28 ώρες (καμία σχέση με την ταινία). Ήταν αθώο παιδί και τότε δεν υποπτεύθηκε τίποτα, αλλά καθώς τα χρόνια πέρναγαν και γινόταν λιγότερο αθώος, πείστηκε ότι κάποιος του έριξε κάτι στο ποτό (καμία σχέση με το τραγούδι). Ο Ανδρέας νόμισε ότι το μυστήριο λύθηκε, αν και ίσως να προτιμούσε να έμενε με την άγνοια.

‘Ρε Ανδρέα, αυτές οι ιστορίες που ρίχνουν ναρκωτικά στο ποτό είναι urban legend (και εδώ καμία σχέση με την ταινία, η οποία παρεμπιπτόντως δεν βλέπεται. Αλλά παρεκκλίνω…). Γιατί να ρίξουν οι έμποροι ναρκωτικά στο ποτό σου? Υπάρχει περίπτωση να μην πάρεις χαμπάρι ότι σου έριξαν κάτι, και μετά πως θα το αναζητήσεις, αφού δεν θα ξέρεις πια είναι η ονομασία του. Ούτε και από ποιον να το ζητήσεις. Άρα δεν έχουν κανένα κέρδος. Αυτές τις ιστορίες τις δημιούργησαν εξουσιαστικοί γονείς για να μην πηγαίνουν τα παιδία τους σε μπαρ’.

Και τότε ο Ανδρέας μας λέει. ‘Μα όχι όχι, δεν είπα ότι μου το έριξε κάποιος άγνωστος. Από την παρέα κάποιος θα το έριξε. Είχαμε 2 παιδία στην παρέα που έκαναν τέτοιες μαλακίες’.

The plot thickens. Αυτό δεν το είχαμε σκεφτεί.

Αρχίσαμε να το αναλύουμε. ‘Αν σου το έκαναν για πλάκα, γιατί δεν σου το είπαν μετά για να γελάσουν μαζί σου?’ Ο Ανδρέας δεν ήξερε τι να απαντήσει. Όπως μας είχε πει, κανείς δεν εμφανίστηκε να αναλάβει την ευθύνη τότε. Όμως το μυαλό του τον οδηγούσε σε μονοπάτια που δεν ήθελε να πάει.

‘Ανδρέα, μήπως σου έριξαν κανένα Date Rape Drug’, τον ρώτησα, χωρίς να ξέρω ακριβώς αν λέγεται έτσι αυτή η κατηγορία ουσιών. Απλά ξεστόμισα την πιο παραστατική ονομασία που μπορούσα να σκεφτώ. ‘Σαν αυτό που βλέπεις στις ταινίες να βάζουν στα ποτά οι φοιτητές όταν θέλουν να ρίξούν καμία κοπελίτσα στο κρεβάτι

Η φρίκη είχε αρχίσει να ζωγραφίζεται στο πρόσωπο του Ανδρέα (αλλά για λάθος λόγο όπως θα διαβάσετε παρακάτω). Όλα πλέον ήταν πιθανά. Η πραγματικότητα άρχιζε να γκρεμίζεται μπροστά στα μάτια του, όπως είχε γίνει και με τον Νίο όταν του εξήγησαν τι είναι το Matrix.

‘Ωχ, ήταν μια χοντρή στην παρέα μας τότε που πάντα νόμιζα ότι με γούσταρε!!!’ Είπε ο Ανδρέας. Προφανώς, αν και λιγότερο αθώος από όσο ήταν 10 χρόνια πρίν, το μυαλό του δεν μπορούσε ακόμα να δει την πλήρη εικόνα.

‘Γιατί να σου το ρήξη η χοντρή ρε Ανδρέα? Αυτή η ουσία δεν σε κάνει πιο ενεργητικό, σε κοιμίζει. Ο άνδρας πρέπει να είναι ξύπνιος όταν κάνει την δουλεία του. Η γυναίκα όμως δεν έχει σχέση αν κοιμάται ή όχι. Εσύ όταν πήγες σπίτι δεν είχες σεξουαλικές ορμές. Μας είπες ότι κοιμήθηκες 28 ώρες.’

Αλλά και πάλι αρνιόταν να αποδεχτεί την αλήθεια. ‘Μα πως? Να μπέρδεψα τα ποτά και να ήπια το δικό της? Ποιος να την γούσταρε? Και γιατί έπρεπε να την ναρκώσει? Δεν θα έκανε την δύσκολη σε κανέναν αυτή?’ (Τα λόγια είναι του Ανδρέα όχι δικά μου. Μην με πείτε σοβινιστικό γουρούνι).

Για να βάλουμε στην σωστή ροή σκέψεων και για να τον διευκολύνουμε να καταλάβει τι πραγματικά του συνέβη (έστω και μετά από 10 χρόνια) τον ρωτήσαμε ξεκάθαρα αν θυμάται πως πήγε σπίτι και αν πήγε μόνος του ή αν κάποιος φίλος του ‘προσφέρθηκε’ να τον πάει αυτός.

Και τότε κατάλαβε.

Sunday 16 May 2010

Η διαφορά μεταξύ science fiction και online science fiction gameplay

Η παρακάτω σκηνή έχει δύο εκδοχές. Μία όπως θα εμφανιζόταν σε ένα κεφάλαιο βιβλίου επιστημονικής φαντασίας, και μία όπως θα εξελισσόταν σε ένα online game.






Εκδοχή πρώτη

“…To dropship άρχισε να αναταράσσεται καθώς έμπαινε στην ατμόσφαιρα του πλανήτη Γανυμήδη. Ήταν η πρώτη αποστολή της νεοσύστατης αυτοκρατορικής διμοιρίας ‘ΜΑΖΑ’. Το ποσοστό επιβίωσης σε μια διαπλανητική απόβαση ήταν πάντα ιδιαίτερα χαμηλό, μόλις 15%. Ο Αρχηγός της Διμοιρίας, Νταβέλης, επιθεωρούσε για τελευταία φορά την διμοιρία. Δεν ήταν ο Αρχηγός της Διμοιρίας φυσικά. Ο ρόλος αυτός άνηκε στον Λοχαγό Αντεπάλι, αλλά είχε σκοτωθεί στην προηγούμενη απόβαση.

Ο Νταβέλης έλεγξε τον εξοπλισμό όλων μας, και αφού βεβαιώθηκε ότι οι ζώνες ενδοπλανητικής επιβράδυνσης ήταν δεμένες σωστά, έκανε ένα βήμα πίσω:
‘Είστε ένα μάτσο ανίκανοι’, γρύλισε. ‘Ίσως αν τα κακαρώσετε όλοι σας σε αυτήν την πτώση, θα μπορέσουν να αρχίσουν από την αρχή και να φτιάξουν μια διμοιρία όπως θα περίμενε ο Λοχαγός Αντεπάλι. Αλλά μάλλον όχι, αν κρίνω από τους νεοσύλλεκτους που βλέπω’. Απότομα κορδώθηκε και φώναξε ‘Θέλω να σας θυμίσω ότι ο καθένας σας κοστίζει στην αυτοκρατορία, συμπεριλαμβάνοντας τον εξοπλισμό, θώρακες, πυρομαχικά, μηχανήματα, εκπαίδευση, όλα, συμπεριλαμβάνοντας και το πώς ξεκοιλιάζεστε στο φαΐ, πάνω από μισό εκατομμύριο. Για αυτό να το επιστρέψετε. Εσείς μας περισσεύετε, αλλά δεν μας περισσεύει η γουστόζικη θωράκιση που φοράτε. Δεν θέλω ηρωισμούς. Έχετε μια δουλεία να κάνετε. Πάτε κάτω, την κάνετε, κρατάτε τα αυτιά σας ανοιχτά για ανάκληση (σημ. μετ. Recall), εμφανίζεστε για περισυλλογή στην ώρα σας. Με καταλαβαίνετε?’ Μας αγριοκοίταξε. ‘Και κάτι ακόμα. Αυτό είναι απλά μια επιδρομή, όχι μάχη. Είναι μια επίδειξη πυρός. Η αποστολή μας είναι να δείξουμε στο εχθρό ότι αν θέλαμε θα μπορούσαμε να καταστρέψουμε την πόλη, όμως δεν θέλουμε. Αλλά δεν είναι ασφαλείς ούτε ακόμα και αν απέχουμε από ολικό βομβαρδισμό’.

Μας ξανακοίταξε για μια τελευταία φορά, ‘Οι Μπάσταρδοι του Αντεπάλι έχουν μια φήμη να διατηρήσουν. Ο λοχαγός, πριν τα κακαρώσει, μου είπε ότι πάντα θα έχει τα μάτια του πάνω σας κάθε λεπτό… και περιμένει τα ονόματα σας να λάμψουν!’


Εκδοχή δεύτερη

“…To dropship άρχισε να αναταράσσεται καθώς έμπαινε στην ατμόσφαιρα του πλανήτη Γανυμήδη. Ήταν η πρώτη αποστολή της νεοσύστατης αυτοκρατορικής διμοιρίας ‘ΜΑΖΑ’. Το ποσοστό επιβίωσης σε μια διαπλανητική απόβαση ήταν πάντα ιδιαίτερα χαμηλό, μόλις 15%. Ο Αρχηγός της Διμοιρίας, Λοχαγός Αντεπάλι, επιθεωρούσε για τελευταία φορά την διμοιρία. Στην τελευταία απόβαση τον είχαν κάνει frag, δεν πήρε loot και δεν είχε πολλά κέφια.

Ο Αντεπάλι κοίταξε τα eq όλων μας, και αφού βεβαιώθηκε ότι κανείς μας δεν είχε πράσινα η μπλέ eq, αλλά μόνο rare μωβ, η set eq, έκανε ένα βήμα πίσω:
‘Είστε ό-μιτζί και τρία λολ!!!11’, γρύλισε. Πίσω πίσω, ο Πολεμισταράς και ο Τζατζίκιας από την βαρεμάρα τους χοροπήδαγαν πάνω κάτω, οι υπόλοιποι ήταν idle. ‘Ίσως αν σας κάνουν spawn-kill όλους σας από την αρχή σε αυτήν την πτώση, θα μπορέσουν να ακυρώσουν τα respawn και να φτιάξουμε μια καινούργια hardcore διμοιρία που να κάνει progress. Αλλά μάλλον όχι, αν κρίνω από τα noobs που κάνουν recruit posts στα forum’. Απότομα κορδώθηκε και συνέχισε με caps lock ‘Θέλω να σας θυμίσω ότι ο καθένας σας κοστίζει στο guild, συμπεριλαμβάνοντας τα eq, θώρακες, πυρομαχικά, μηχανήματα, εκπαίδευση, repairs, consumables, όλα, συμπεριλαμβάνοντας και το πώς ξεκοιλιάζεστε στο φαϊ και στις μπύρες στα meeting, πάνω από μισό εκατομμύριο DKP. Έχουμε πολλά μέλη, πολλούς noobs και μας περισσεύετε, αλλά δεν μας περισσεύει η γουστόζικη θωράκιση που θα προσπαθήσετε να νιντζάρετε. Δεν θέλω lootaκηδες. Έχετε μια δουλεία να κάνετε. Πάτε κάτω, την κάνετε, κρατάτε τα αυτιά σας ανοιχτά για το loot distribution, δεν πάτε έη-εφ-κέη, εμφανίζεστε για summon στην ώρα σας. Με καταλαβαίνετε?’ Μας αγριοκοίταξε. Όλη την ώρα ο Νταβέλης με βάραγε με το μαχαίρι του στην πλάτη επειδή του είχα νιντζάρει ένα loot στην προηγούμενη απόβαση, αλλά επειδή το Friendly Fire ήταν OFF, δεν του έδινα σημασία. ‘Και κάτι ακόμα, συνέχισε ο Αντεπάλι. Ο χαρακτήρας του είχε μπαγκάρει μάλλον από το lag, και άρχισε να κάνει μια περιστροφή δίχως τέλος, γύρω από τον εαυτό του. “Αυτό είναι απλά ένα pvp raid, δεν είναι pve. Είναι μια επίδειξη πυρός. Η αποστολή μας είναι να δείξουμε στους traitors ότι είμαστε leet players. Όταν μας δουν θέλω το μόνο που θα πουν να είναι WTF, και όμιτζι και να κάνουν recall, hearthstone, εφ εφ ες’.

Μας ξανακοίταξε για μια τελευταία φορά προσπαθώντας να καταλάβει ποιοι ήταν εη-εφ-κέη και ποιοι όχι. Ό Πάρτοναγκαλιάς εξαφανίστηκε για μια στιγμή και μετά ξαναεμφανίστηκε μουρμουρίζοντας κάτι για την σύνδεσή του, ‘Οι Μπάσταρδοι του Τρισμέγιστου… μπι αρ μπι τουαλέτα.” O Αντεπάλι έμεινε ακίνητος για 5 λεπτά, και ο Γκάβλας είπε ότι “πολεμάει με το καφέ φίδι και μάλλον χάνει την μάχη γιατί έκαναν spawn adds, lol!”. Ο Αντεπάλι όμως είδε το backlog, τσαντίστηκε και τον έκανε kick πίσω στην βάση. Δεν μας πείραξε, more loot to us, όπως θα έλεγε και ο Μουλοχτός, αν δεν είχε πάει ένα βήμα south και δεν έπεφτε στην deathtrap. ‘Όκεη, μπακ’. Είπε ο Άντεπάλι και συνέχισε, «Οι Μπάσταρδοι λοιπόν έχουν μια φήμη να διατηρήσουν. Ο Τρισμέγιστος, πριν κάνει quit το guild, , μου είπε ότι πάντα θα βλέπει το forum … και περιμένει τα νικνέημ σας να λάμψουν! Let’s do this!!!11’. Κανείς όμως δεν τον άκουγε ποια. Οι μισοί έκαναν duel μεταξύ τους, και οι άλλοι συζήταγαν το drama post του Κρούσες, μέχρι να ανοίξει η μεγάλη πόρτα και να ξεχυθούμε σαν εμετός στην μάχη.