Πρόλογος
Έντεκα η ώρα το πρωί με παίρνει η μάνα μου τηλέφωνο στο
γραφείο. Γενικά της έχω απαγορεύσει να με παίρνει τηλέφωνο στην δουλεία γιατί
μιλάει πολύ. Οπότε απλά παίρνει τηλέφωνο και προσπαθεί να είναι διακριτική.
«Νίκο, απάντα μου με ένα ‘ναι’ ή ένα ‘όχι’. Το μεσημέρι τι
φαγητό θέλεις να σου φτιάξω;»
Κυρίως θέμα
Τώρα με την οικονομική κρίση τρώω πιο συχνά στο πατρικό μου.
Αυτό, και το γεγονός ότι έχω μια φοβία από μικρός με τα υλικά μαγειρέματος (όχι
όμως με το τελικό προϊόν).
Αυτή την φορά, είχαμε κρεατόσουπα. Φυσικά με είχε πάρει τηλέφωνο
να με ρωτήσει πρώτα και ΔΕΝ απάντησα κρεατόσουπα. Μπριζόλα με πατάτες ζήτησα,
αλλά αυτό το είχα φάει την περασμένη φορά. Ότι και να ζητούσα εκτός από κρεατόσουπα
αυτό θα μου έλεγε βασικά.
Κάθε φορά, απαιτώ να έχω και ένα παγωμένο κουτάκι κόκα κόλα
μαζί με το πιάτο του φαγητού. Και κάθε φορά, η μάνα μου απαντάει έκπληκτη:
«Κόκα κόλα με την σούπα? Δεν πάει!»
Αυτό το κάνει κάθε φορά. Δεν καταλαβαίνω. Από όταν ανακάλυψα
αυτό το μαγικό ποτό, σε ηλικία μόλις 11 χρονών, από την πρώτη στηγμή που μου
καψάλισε το ανθρακικό τον ουρανίσκο, πότε δεν είπα ‘ναι, αυτό το φαγητό ΔΕΝ πάει
με κόκα κόλα». Αλλά το βιολί της η μάνα μου.
«Κόκα κόλα με το ψάρι? Δεν πάει!»
«Κόκα κόλα με το σπανακόριζο? Δεν πάει!»
«Κόκα κόλα με φακές? Δεν πάει!»
Και πάντα στο τέλος συνοδεύω το φαγητό με ένα κουτάκι κόκα κόλα.
Και λίγο trolling αντί επιλόγου
«Νίκο, να σου βάλω φέτα μέσα στην σούπα?»
«Φέτα με την σούπα??? Δεν πάει!!!»