Tuesday 18 September 2012

Κοινωνικό Συμβόλαιο

Στο μπαρ του γυμναστηρίου που πάει ο Μανώλης δουλεύει μια όμορφη κοπέλα, η Μαρία. Το μπαρ σερβίρει πορτοκαλάδες, χυμούς και ισοτονικά ποτά. Προσπαθώ να βρω ένα σοβαρό λόγο να δικαιολογήσει την ύπαρξη μπαρ στο γυμναστήριο αλλά δεν μπορώ. Ίσως το αποφάσισε η διοίκηση για κοινωνικούς λόγους. Για τους ιδίους λόγους δηλαδή που προσλαμβάνουν γυναίκες στις ιαπωνικές μεγαλοεπειχηρήσεις (megacorporations) χωρίς να τους δίνουν κάποιο πόστο. Έτσι για να υπάρχουν για να τις βλέπουν οι εργασιομανής Ιάπωνες

Η Μαρία είναι πολύ όμορφη και αρέσει στο Μανώλη, αλλά είναι λίγο ψυχρή απέναντι του. Ούτως ή άλλως, ο Μανώλης δεν είχε σκοπό να κάνει κάποια κίνηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος Όπως κάνει με την δουλεία του, έτσι κάνει και με την γυμναστική. Δεν την μπερδεύει με την διασκέδαση. Η μοίρα όμως είχε άλλη άποψη.
Μια μέρα, ο Μανώλης ξέχασε τα κλειδιά του αυτοκινήτου του στο μπαρ. Στο τέλος του προγράμματος του άρχισε να τα αναζητεί. Η ώρα ήταν προχωρημένη και το μπαρ είχε κλείσει. Πάνω στη μπάρα όμως είδε ένα φίλο χαρτί και τα κλειδιά δίπλα. Πήρε τα κλειδιά και μετά διάβασε το χαρτί. Αυτό έγραφε:


Εγώ, ο Μανώλης Παπαπαρασκευάς, δεσμεύομαι να βγω βόλτα με την Μαρία Ντερποπούλου για ποτό. Η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή που μας έρχεται και θα την πάρω από το σπίτι της με την LOTUS μου.

 
Η Μαρία είχε υπογράψει το χαρτί στο κάτω μέρος του. Ο Μανώλης στην αρχή νόμισε ότι είχε γίνει κάποιο λάθος. Μετά νόμισε ότι η Μαρία τον κορόιδευε. Και τέλος είδε τα κλειδιά του και κατάλαβε τι είχε γίνει. Ο μηχανισμός που απενεργοποιεί το συναγερμό από αυτοκίνητο του, ένα ΦΙΑΤ, έγραφε στην μια πλευρά “Lotus”. Καμία σχέση με τα γνωστά πολυτελή αυτοκίνητα, απλή συνωνυμία Παρόλα αυτά μια σατανική ιδέα πέρασε από το μυαλό του. Υπόγραψε το χαρτί, το άφησε στο μπαρ, εκεί που το βρήκε και έφυγε.

Την επόμενη φορά που πήγε στο γυμναστήριο, έκανε ότι έκανε και όλες τις άλλες φορές. Μόνο που η Μαίρη του κωλοτριβόταν. ‘Γειά σου Μανώλη!’, και ‘Δεν θα πιεις ένα χυμό Μανώλη, να τα πούμε’, και τέτοια. Στο τέλος του είπε, αγχωμένη, αν ισχύει το ραντεβού για την Παρασκευή. Ο Μανώλης της απάντησε ‘Φυσικά, αφού υπέγραψα’. Αντάλλαξαν τηλέφωνα και διευθύνσεις και όλα ήταν έτοιμα για το ραντεβού. Το μόνο που έλειπε ήταν η Lotus.

Ο Μανώλης είχε ακούσει ιστορίες για κοπέλες που στα πάρτι πιάνουν την κουβέντα με όλους και πάνω στην συζήτηση θα ρωτήσουν ‘που μένεις’ και στο τέλος της βραδιάς φεύγουν με όποιον μένει πιο βόρεια. Ένας φίλος του μάλιστα, για να αποφύγει τέτοιες μοιραίες γυναίκες, στα πρώτα ραντεβού πάει επίτηδες με το σαράβαλο αμάξι της μάνας του για να ξεσκαρτάρει την πλέμπα.

Ο Μανώλης δεν ήθελε απλά να προστατευτεί από αυτό το είδος. Ήθελε να το τιμωρήσει! Ο Μανώλης είναι ιδιωτικός υπάλληλος. Ο μισθός του δεν ήταν ποτέ μεγάλος, πόσο μάλιστα αυτήν την δύσκολη εποχή. Παρόλα αυτά δεν λυπήθηκε τα λεφτά. Bros before hoes. Στην εκδίκηση δεν κάνουμε οικονομίες.

Την Παρασκευή πήγε και νοίκιασε μια Lotus για μια βραδιά.

Έπρεπε να δείτε το χαμόγελο της Μαρίας όταν μπήκε στο αμάξι. Έλαμπε ολόκληρη και όχι μόνο επειδή είχε χαλάσει το μισό μισθό της στο κομμωτήριο και στο Hondo. Ήταν σαν την Σταχτοπούτα όταν ήρθε να την πάρει η μαγική άμαξα. Η κιλότα της, πρακτικά, γλιστρούσε από τα πόδια της. Σαν να είχε αποκτήσει δικό της μυαλό και να ήθελα να κάνει παρέα στους αστραγάλους της. Με δυσκολία την κρατούσε στην θέση της, κάτω από το κοντό φόρεμα της.

Δεν πήγαν ποτέ για ποτό, αλλά πέρασαν ένα μαγευτικό και κουραστικό βράδυ κοιτώντας (κυρίως η Μαρία) τον βραδινό ουρανό του λεκανοπεδίου από τον Υμηττό. Η Lotus είχε sunroof.

Είχε αρχίσει να ξημερώνει όταν ο Μανώλης κοίταξε με νόημα το ρολόι του, και γυρνώντας προς την Μαρία της λέει: “Άντε, βάλε το βρακί σου γρήγορα γιατί πρέπει να επιστρέψω το αμάξι!”. Η άμαξα έγινε κολοκύθα, μόνο που σε αντίθεση με το παραμύθι, τώρα την Σταχτο-puta την πόναγε και ο κώλος της.