Στο γραφείο συζητήθηκε πολύ η παρακάτω εικόνα τις τελευταίες
μέρες. Το Πάσχα πλησιάζει και οι θρησκευτικές συζητήσεις έχουν ανάψει σε αντίθεση
με τις ποδοσφαιρικές ή πολιτικές αναλύσεις των περασμένων ημερών.
Στο φωτογραφία βλέπετε τα σχόλια «θρήσκων» σε ανάρτηση της Ένωσης Άθεων. Πέρα από τις Παναγίες και γεννητικά οργάνων που αναφέρθηκαν, πιο πολύ, σε όλους εμάς εδώ στο γραφείο, άρεσε το σχόλιο: «τους κατουράω». Το ξαναγράφω.
Τους κατουράω.
Απλό, λιτό και κατανοητό. Το Λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν. Δύο
λέξεις. Πέντε συλλαβές συνολικά. Άπειρο νόημα. Χωρίς να πέφτει σε παγίδες υπέρμετρης
αισχρότητας.
Γιατί αν γράψεις «γαμώ το μουνί της μάνας τους, μαλακισμένα,
άπλυτοι ανώμαλοι!», δείχνει μια εμπάθεια. Δείχνει ότι χάλασες πολύ χρόνο για τον
αντίπαλο. Του δίνεις αξία. Ενώ με ένα «Τους κατουράω», τι δείχνει; Ότι τους έχεις
γραμμένους. Δεν ασχολείσαι. Απλά περπατάς, την βγάζεις, τους κατουράς, την τινάζεις
και συνεχίζεις το δρόμο σου. Έτσι απλά.
Και αφού πέρασαν πέντε λεπτά, ξεχάστηκε η όλη συζήτηση και
γυρίσαμε στις δουλείες μας. Μέχρι που χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν ένας προμηθευτής
και ήθελε να πληρωθεί, δεν το σήκωσα εγώ το τηλέφωνο, αλλά μίλαγε τόσο δυνατά
που τον άκουγα από το ακουστικό του συναδέλφου. Ήταν πολύ τσαντισμένος. Αλλά ο
συνάδελφος ατάραχος. Οι φωνές από το ένα αυτή έμπαιναν από το άλλο έβγαιναν. Όταν
το έκλεισε του είπα: «Τσαμπουκαλεμένος έ;». Ο συνάδελφος σηκώνει το βλέμμα του
βαριεστημένα και μου απαντάει:
«Τους κατουράω.»